1830
*
Λευκό πανί
Ένα λευκό πανί μονάχο
Στο γαλανό της θάλασσας!
Στην χώρα μακρινή, τι ψάχνει;
Στον τόπο του, τι άφησε;
Στο κύμα, ο άνεμος αγριεύει
Και το κατάρτι του λυγά...
Αλίμονό του! Τύχη δε γυρεύει
Ούτε από τύχη είναι φυγάς!
Στα καταγάλανα νερά που πλέει
Με ηλιαχτίδα πάνω του χρυσή
Αυτός, αντάρτης, καταιγίδα θέλει
Λες κι ηρεμία σ' αυτήν μπορεί να βρει...
Парус
Белеет парус одинокой
В тумане моря голубом!..
Что ищет он в стране далекой?
Что кинул он в краю родном?..
Играют волны — ветер свищет,
И мачта гнется и скрыпит…
Увы! он счастия не ищет
И не от счастия бежит!
Под ним струя светлей лазури,
Над ним луч солнца золотой…
А он, мятежный, просит бури,
Как будто в бурях есть покой!
1832
*
Άτιτλο
Αντίο, άπλυτη Ρωσία,
Συ, δούλων γη κι αφεντικών,
Στολών γαλάζιων πολιτεία
Και των πιστών σ' αυτές λαϊκών.
Ίσως πίσω απ' του Καυκάσου στέμμα
Από τους τσάρους σου κρυφτώ,
Από το αιχμηρό τους βλέμμα
Κι αφτί, το πανταχού παρόν.
Прощай, немытая Россия,
Страна рабов, страна господ,
И вы, мундиры голубые,
И ты, им преданный народ.
Быть может, за хребтом Кавказа
Укроюсь от твоих царей,
От их всевидящего глаза,
От их всеслышащих ушей.
1841
Ο Μιχαήλ Γιούριεβιτς Λέρμοντοφ (Михаил Юрьевич Лермонтов, Μόσχα, 15 Οκτωβρίου 1814 – Πιατιγκόρσκ, 27 Ιουλίου 1841) αποτέλεσε την πιο σημαντική παρουσία στη ρωσική ποίηση από τον θάνατο του Αλεξάνδρου Πούσκιν μέχρι και τον δικό του, τέσσερα χρόνια αργότερα, στην ηλικία των 26 χρονών και επίσης σε μονομαχία. Υπήρξε επίσης σπουδαίος πεζογράφος, δραματουργός και ζωγράφος. Γιος απόστρατου αξιωματικού με καταγωγή από τον Τόμας Λέρμοντ, θρυλικό Σκωτσέζο βάρδο του Μεσαίωνα, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Ταρχάνι επαρχίας Πένζα, στην έπαυλη της γιαγιάς του. Η απώλεια γονέων είχε καίρια επίδραση στον ψυχισμό του νεαρού ποιητή που στράφηκε από νωρίς στον ρομαντισμό, υιοθετώντας για πρότυπό του τον Λόρδο Μπάιρον, με έργα του οποίου επικοινωνούν πολλά έργα του Λέρμοντοφ. Κυρίαρχη θεματολογία τους, η μοναξιά, η υπαρξιακή αναζήτηση, η εναντίωση στην απολυταρχία και τα χρηστά ήθη, ο (ανολοκλήρωτος) έρωτας κι ο θάνατος. Εκείνη την εποχή έγραψε, μεταξύ άλλων, το ποίημα «Προφητεία».
Έπειτα εισήχθη στο Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας για να σπουδάσει φιλολογία αλλά το εγκατέλειψε μετά από δύο χρόνια. Κάτω από την πίεση των συγγενών του εισήχθη στη Σχολή Αξιωματικών στην Πετρούπολη, ενώ την προηγούμενη έγραψε ένα από τα πλέον γνωστά του σήμερα ποιήματα, το «Λευκό πανί». Μετά την αποφοίτηση, το 1834 πήρε το βαθμό του ανθυπιλάρχου και υπηρέτησε στο σύνταγμα των Ουσάρων της τσαρικής φρουράς. Με το ποίημά του «Ο θάνατος του ποιητή» για τον θάνατο του Πούσκιν σε μονομαχία, προκάλεσε την αντίδραση των αυλικών κύκλων και μετατέθηκε στον Καύκασο, όμως ταυτόχρονα έγινε ευρέως γνωστός σαν ποιητής. Πολλά ποιητικά και πεζά έργα του είναι εμπνευσμένα από τη φύση και τα έθιμα των περιοχών όπου βρέθηκε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του (σήμερα Γεωργία και Αζερμπαϊτζάν).
Ωστόσο, σύντομα μετά την επιστροφή του στην Πετρούπολη το 1840 πέρασε από στρατοδικείο γιατί μονομάχησε με τον γιο του Γάλλου πρεσβευτή. Έτσι στάλθηκε πάλι στον Καύκασο, σε μονάδα μάχης της πρώτης γραμμής, με διάταγμα του Νικόλαου Α' που αντιπαθούσε ιδιαιτέρως τον απείθαρχο ποιητή, να συμμετέχει διαρκώς σε πολεμικές επιχειρήσεις. Εκεί γεννήθηκε το μνημειώδες μυθιστόρημα του Λέρμοντοφ «Ένας ήρωας του καιρού μας». Τα Χριστούγεννα του 1840, όντας σε άδεια στην Πετρούπολη, ο Λέρμοντοφ επιχείρησε να απολυθεί από το στρατό για να αφιερώσει τη ζωή του στη λογοτεχνία. Η γιαγιά του εναντιώθηκε σε αυτήν την επιλογή και ο ποιητής αναγκάστηκε να επιστρέψει στο σύνταγμα. Πριν την αναχώρησή του, έγραψε το γνωστό «Αντίο, άπλυτη Ρωσία». Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, στο θέρετρο Πιατιγκόρσκ, ύστερα από διαπληκτισμό με τον απόστρατο ταγματάρχη Νικολάι Μαρτίνοφ, ο οποίος τον κάλεσε σε μονομαχία, ο Μιχαήλ Λέρμοντοφ σκοτώθηκε, αφήνοντας μια σπουδαία κληρονομιά αλλά και ένα τεράστιο κενό στη ρωσική λογοτεχνία.